αντιπαιδαγωγικός

αντιπαιδαγωγικός
-ή, -ό
ασύμφωνος ή αντίθετος προς τα διδάγματα της παιδαγωγικής επιστήμης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αντι -* + παιδαγωγικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στον Ιωάννη Αργυριάδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αντιπαιδαγωγικός — ή, ό αυτός που γίνεται αντίθετα με τους κανόνες της παιδαγωγικής: Ο τρόπος που διδάσκει είναι αντιπαιδαγωγικός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αντι- — (AM ἀντι ) (< πρόθ. αντί). Κατά τη σύνθεση, η πρόθεση αντί προ φωνήεντος εμφανίζεται κανονικά με έκθλιψη του ι ως αντ είτε, αφομοιωτικά, ως ανθ , όταν το φωνήεν που ακολουθεί δασύνεται, μολονότι σε νεώτερα ιδίως σύνθετα ή και σε αρχαία από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”